Skip to main content

Αν και σημαντικός, αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είναι έμφυτος, είναι μια εξελιγμένη και κρίσιμη δεξιότητα που ακονίζουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας.

Γιατί κάποιοι κάνουμε ghosting;

Ζούμε σε μία εποχή που όλα είναι αναλώσιμα, προϊόντα, άνθρωποι, εμπειρίες. Οτιδήποτε δεν μας προσφέρει ικανοποίηση, απλά το αντικαθιστούμε αναζητώντας κάτι καλύτερο. “Στο φαινόμενο του ghosting ίσως είναι καλύτερα αντί για αντικατάσταση να μιλήσουμε για εγκατάλειψη.” εξηγεί η Μαρία Φούντα, σύμβουλος ψυχικής υγείας.

“Το γιατί επιλέγουμε να κάνουμε ghosting σε κάποιον, σε ένα πρώτο επίπεδο, για το άτομο που εξαφανίζεται μπορεί να σημαίνει δύναμη και επιλογή, για την ακρίβεια τη ψευδαίσθηση αυτών:  “Μπορώ να σε απορρίψω, επιλέγω να μην “σε βλέπω” και να βλέπω μόνο τις δικές μου ανάγκες.” Ουσιαστικά όμως κρυβόμαστε πίσω από μία κατάσταση και αποφεύγουμε να έρθουμε αντιμέτωποι με τις δικές μας δυσκολίες. Άρα πολύ εύκολα προβάλλουμε στον άλλο μία δική μας ανεπάρκεια. Και αφήνουμε έναν άνθρωπο να αναρωτιέται, και να βασανίζεται και να αναζητά τα δικά του ελλείμματα, αντί απλά να είμαστε ειλικρινείς και να τον απελευθερώσουμε.” προσθέτει.

Αυτή η συμπεριφορά σχετίζεται με την αυτοεκτίμηση; Πίσω από μία τέτοια πρακτική κρύβεται ο φόβος;

“Η αυτοεκτίμηση μου σχετίζεται άμεσα με την εικόνα που έχω για τον εαυτό μου, τα όρια που θέτω και τον τρόπο που τα επικοινωνώ. Αν λοιπόν είμαι σε επαφή με όλα αυτά, δεν έχω κανένα λόγο να φοβάμαι να αντιμετωπίσω τον άλλο και να πω το ΟΧΙ μου. Όσο κρύβομαι πίσω από την εξαφάνιση, φαινομενικά επιτίθομαι στον άλλο, αλλά ουσιαστικά αμύνομαι γιατί δε νιώθω ο ίδιος επαρκής.” εξηγεί η ειδικός.

Φόβος να έρθουμε κοντά με τον άλλο; Φόβος να τον απογοητεύσουμε;

“Πιστεύουμε ότι είμαστε τόσο σημαντικοί οι ίδιοι που αν εκφράσουμε την ανάγκη μας για τη διακοπή μιας “σχέσης” ο άλλος θα καταρρακωθεί; Το τι οδηγεί τον καθένα σε μία τέτοια πράξη είναι καθαρά υποκειμενικό και έχει να κάνει αποκλειστικά με τον τρόπο που έχει μάθει να σχετίζεται αλλά και να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του σε σχέση με τον άλλο. Είτε λοιπόν υποτιμούμε πλήρως τον άλλο και αδιαφορούμε για το οτιδήποτε έχει να κάνει με εκείνον/η και το συναίσθημά του, είτε φοβόμαστε πολύ να έρθουμε αντιμέτωποι με την όποια συνέπεια μπορεί να φανταζόμαστε ότι θα προκύψει.”

Γιατί νιώθουμε πληγωνόμαστε όταν μας αφήνουν στο διαβάστηκε; Έχει να κάνει με τη λαχτάρα που έχουμε για απαντήσεις; Ή είναι η λαχτάρα για την ανθρώπινη σύνδεση;

Σύμφωνα με τη σύμβουλο ψυχικής υγείας, υπάρχει ο εγωισμός, αλλά και οι ματαιωμένες προσδοκίες, οι ψευδαισθήσεις που μπορεί να είχαμε για την σχέση αυτή. “Από όποια πλευρά και να το δούμε είναι μία μορφή απόρριψης. Και δεν μιλάμε μόνο για πρόσκαιρες σχέσεις που απλά δεν πέτυχαν. Μπορεί να μας αφήσουν στο διαβάστηκε άνθρωποι με τους οποίους συνδεόμασταν πολύ βαθύτερα. Έχουμε δει να τελειώνουν σχέσεις στο διαβάστηκε γιατί η μία μεριά δεν άντεξε να αντιμετωπίσει την άλλη.”

Όπως φαίνεται όλοι έχουμε λαχτάρα για απαντήσεις. “Σίγουρα σε ένα τέτοιο φαινόμενο η πρώτη μας σκέψη σχεδόν πάντα είναι να επιρρίψουμε ευθύνες σε εμάς. Να αναζητήσουμε το δικό μας έλλειμμα, τι δεν κάναμε καλά, τι θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει αλλιώς. Μία πρακτική που είναι πολύ επώδυνη, ψυχοφθόρα αλλά και χρονοβόρα. Καθώς ένας άνθρωπος που δεν είναι σε θέση να επενδύσει χρόνο και ενέργεια για να δώσει μία απάντηση σε εσένα, σίγουρα δεν αξίζει τη δική σου.” προσθέτει.

Η αναμονή για απαντήσεις, το σκάλισμα του παρελθόντος μας και μία τέτοια νοσηρή συνθήκη, κάθε άλλο παρά λαχτάρα για ανθρώπινη επαφή θυμίζει, όπως εξηγεί η ειδικός. “Καθώς ασυνείδητα μένουμε δέσμιοι στη συνθήκη αυτή, και δεν αναζητούμε κάτι άλλο πιο υγιές, διαθέσιμο να μας δώσει την επαφή που τόσο λαχταράμε.”

Το να νοιαζόμαστε για το τι πιστεύουν οι άλλοι για εμάς είναι μια προστατευτική διαδικασία που έχει σχεδιαστεί για να μας βοηθήσει να χτίσουμε ένα δίχτυ που θα μας προστατεύει;

“Αν το δούμε κοινωνικά, μεγαλώσαμε με το τι θα πει ο κόσμος! Οι εικόνα των άλλων για εμάς παίζει πάρα πολύ σημαντικό ρόλο για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνουμε τη προσωπικότητα μας. Τον τρόπο που λειτουργούμε, τον τρόπο που επιλέγουμε, την εμφάνισή μας, τα πάντα.

Δεν είναι τυχαίο που τα social media έχουν τόσο μεγάλη απήχηση και παίζουν τέτοιο ρόλο στην καθημερινότητα μας. Χτίζουμε με πολύ προσοχή την εικόνα μας για να διαμορφώσουμε τη γνώμη των άλλων για εμάς. Σαν ένα portfolio της ζωής μας.

Οι πρώτες αναπαραστάσεις των άλλων που μας διαμόρφωσαν είναι εκείνες των φροντιστών μας και του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος. Τα καθρεφτίσματα τους καθόρισαν τον τρόπο που μας “βλέπουμε”. Η επιβεβαίωση και η απόρριψη που βιώσαμε καθόρισε τις λοιπές μας σχέσεις. Το τι θα πουν οι άλλοι λοιπόν έχει άμεση σχέση με την αποδοχή. Η ανατροφοδότηση του περιβάλλοντος, το να περιμένουμε διαρκώς μία επιβεβαίωση από τους σημαντικούς άλλους σε πολλές περιπτώσεις σχεδόν μας καθορίζει.

Και πάλι εδώ έρχεται η οικογένεια. Το κατά πόσο οι γονικές φιγούρες μας επέτρεψαν να διαχωριστούμε από εκείνους ή μας δημιούργησαν ενοχές και φαντασιώσεις εγκατάλειψης όταν οι πράξεις μας και τα θέλω μας διέφεραν από τις επιθυμίες τους.

Επομένως η γνώμη των άλλων, σε μία εύθραυστη προσωπικότητα που έχει μάθει να ετεροκαθορίζεται και να αναζητά την επιβεβαίωση μέσα από τον άλλο, λειτουργεί σαν ένας οδηγός επιβίωσης. Και οποιαδήποτε μορφή απόρριψης μπορεί να ανακινήσει παλαιότερα ανεπίλυτα τραύματα και σχεδόν να μας ισοπεδώσει.”

Και τελικά ο άνθρωπος που θέλει να έχει επαφή μαζί μας θα βρει τον τρόπο;

Φυσικά! Αν και εμείς είμαστε ψυχικά διαθέσιμοι. Ένας άνθρωπος που θέλει να είναι με κάποιον, θα βρει τον τρόπο. Θα μιλήσει, θα διαφωνήσει, θα ζητήσει, θα προσπαθήσει, θα παλέψει! Κάθε σχέση, οποιασδήποτε μορφής, αποτελείται από δύο διαφορετικούς ανθρώπους. Η κοινή τους επιθυμία και η διαθεσιμότητα τους είναι εκείνα που καθορίζουν το αποτέλεσμα. Και ένας άνθρωπος που θέλει να έχει επαφή μαζί μας, πάντα θα βρίσκει τον τρόπο. Αρκεί να είμαστε οι ίδιοι σε επαφή με τα δικά μας θέλω, τις ανάγκες μας αλλά και το πιο σημαντικό τα όρια μας.

* Η θεωρία του νου αφορά την ικανότητα να κατανοούμε ψυχικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των συναισθημάτων, των επιθυμιών, των πεποιθήσεων και της γνώσης. Αφορά την ικανότητα να κατανοήσουμε ότι οι σκέψεις και οι πεποιθήσεις των άλλων ανθρώπων μπορεί να διαφέρουν από τις δικές μας και να εξετάσουμε τους παράγοντες που τους έχουν οδηγήσει σε αυτές τις ψυχικές καταστάσεις, γράφει το PsychologyNow.gr.

Ευχαριστούμε τη Μαρία Φούντα, σύμβουλο ψυχικής υγείας, με μεταπτυχιακές σπουδές στην «Κλινική Ψυχολογία». @foundamaria_psy | facebook.com/foundapsychotherapy