Skip to main content

Κάποτε αγάπησες. Μάλλον πολύ, αγάπησες.

Και λέω πολύ, γιατί τότε όλα τα άλλα ήταν θαμπά, ξεθωριασμένα, άχρωμα. Μόνο εκείνος φώτιζε τον κόσμο σου. Εκείνος έκανε τα πάντα λαμπερά και ευωδιαστά. Όλα τότε απέκτησαν νόημα. Όλα σου φαίνονταν μαγικά, ονειρικά, παραμυθένια.

Και λέω αγάπησες, γιατί τώρα πλέον είναι εκείνη η αγάπη που έχει θαμπώσει. Γιατί τώρα είναι εκείνη η αγάπη που έχει χάσει το νόημά της. Την ύπαρξή της. Τη μαγεία και τη λάμψη της.

Και λέω μάλλον, γιατί πλέον όλα τα αμφισβητείς. Κι ίσως και να τα αναθεωρείς. Κι ίσως ακόμη ακόμη και να αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι την αλήθεια και να μαθαίνεις σιγά σιγά να διαχωρίζεις το παραμυθένιο από το παραμύθι.

Κάποτε πληγώθηκες. Μάλλον πολύ, πληγώθηκες.

Και λέω πολύ, γιατί ακόμη κι αυτό το έζησες στο μέγιστο. Ένιωσες τον ξεριζωμό στα σωθικά σου. Γιατί ακόμη και εκείνες οι στιγμές απέκτησαν νόημα εξαιτίας του. Είχαν πόνο. Βαθύ. Είχαν θρήνο. Βουβό ή και όχι. Τα έκανες όλα θρύψαλα ή απλά έμεινες στην απραξία της θλίψης σου. Φώναξες, ούρλιαξες ή απλά χάθηκες στη σιωπή της μοναξιάς σου.

Και λέω πληγώθηκες, γιατί αιμορράγησες κι ας μην έσταξε ούτε μία στάλα κόκκινη. Γιατί διαλύθηκες κι ας επέλεξες να μην το μάθει ούτε ο καθρέπτης σου.

Και λέω μάλλον, γιατί πλέον κι αυτά τα αμφισβητείς. Ακόμη και αυτά ίσως ξεθώριασαν και χάθηκαν στη λήθη του χρόνου.

Κάποτε φοβήθηκες. Μάλλον πολύ, φοβήθηκες.

Και λέω πολύ, γιατί μαθημένη πλέον στα έντονα και τα κόκκινα, ακόμη κι αυτό «πολύ» το έζησες. Φοβήθηκες να σε δουν. Έκλεισες τις πόρτες της ζωής σου, σφάλισες κάθε γωνιά της ψυχής σου και αρματώθηκες.

Και λέω φοβήθηκες, γιατί απέστρεψες το βλέμμα σου από όλα και κάθε τι. Γιατί κρύφτηκες, έτρεξες μακριά. Γιατί επέλεξες να συρρικνωθείς αντί να γιγαντώσεις.

Και λέω μάλλον, γιατί ήρθε η ώρα κι αυτό να το νικήσεις. Γιατί ήρθε η ώρα να καταλάβεις πως κανένας φόβος καμίας παλιάς αγάπης δεν είναι ικανός να σου στερήσει μία νέα αγάπη σήμερα.

featured photo: ©pexels/@tatii_munive