Skip to main content

Σε κάποιο άρθρο (δε θυμάμαι σε ποιο)  ανέλυα αν η αγάπη μπορεί να τα λύσει όλα. Αν η αγάπη αρκεί από μόνης της για να κλείσει κάθε ιστορία με happy end. Ίσως αν η αγάπη τα μπορούσε όλα χωρίς τη δική μας προσπάθεια να ήταν όλα πιο εύκολα. Ή πιο βαρετά ή δίχως νόημα.

Δεν ξέρω πως γίνεται να φτάνω στο σημείο να θέλω να χωρίσω ενώ τον αγαπάω. Ή μάλλον ξέρω είναι η στιγμή που δεν θες να παραδεχτείς ότι δεν τα καταφέρατε. Η στιγμή που προτιμάς να κάνεις ελεύθερη πτώση, να μάθεις σκοποβολή, να ανέβεις τον Όλυμπο με γόβες παρά να κοιτάξεις μέσα σου.

Γιατί όταν το κάνεις αυτό που βλέπεις δεν σου αρέσει. Σε θλίβει που τον νοιάζεσαι, που τον αγαπάς ακόμα, αλλά δεν μπορείς να είσαι μαζί του. Σε πληγώνει που θυμάσαι πως αρχίσατε, τι πίστευες τότε. Αλλά και πως νιώθεις τώρα.

Σε μια συνέντευξη που διάβαζα όταν ρώτησαν τον συνεντευξιαζόμενο γιατί δεν παντρεύεται τη σύντροφό του, εκείνος απάντησε πως θα το κάνει στο τέλος. Είπε πως προτιμάει να αποτελέσει ο γάμος του ένα πάρτυ χαράς ότι κατάφεραν να μείνουν μαζί ως τα γεράματα γιατί προστάτευσαν την αγάπη τους.

Μεγαλύτερη ταύτιση από την παραπάνω σκέψη όσον αφορά γιατί θέλεις να χωρίσεις αφού στην πραγματικότητα τον αγαπάς δεν θα βρεις πουθενά.

Γιατί μάθαμε πως ο γάμος, η συγκατοίκηση, ο αρραβώνας είναι το τέλος. Αντί να σκεφτούμε πως τότε αρχίζουν τα δύσκολα. Τότε που μπαίνετε ο ένας στον κόσμο του άλλου και αρχίζετε να παίζετε jenga με τα εμπόδια.

Δεν είναι τα άπλυτα ρούχα που μαζεύτηκαν στο καλάθι, ο λόγος που ήθελα να χωρίσω το Χρήστο. Αλλά αυτά που μαζεύτηκαν μέσα μου (είτε ειπώθηκαν δις, τρις κλπ είτε όχι) και ξέρεις πως κανένα πρόγραμμα πλύσης δεν τα σώζει.

Δεν είναι οι διακοπές που δεν πήγαμε στην Σαντορίνη, ούτε το 3μερο με τους φίλους του για ελεύθερο κάμπινγκ. Είναι εκείνες οι κoινές σκέψεις, τα όνειρα, οι προσπάθειες να κοιτάμε στην ίδια κατεύθυνση. Μέχρι που άθελά μας κοιτάξαμε ο καθένας την πλευρά του.

Άμα αρχίσεις να μετράς ποιος έδωσε τα περισσότερα, ποιος έφταιξε λιγότερο ή καθόλου, τότε κλάφτα. Δεν χωρίζουν οι άνθρωποι πάντα επειδή δεν αγαπιούνται, αλλά (σχεδόν πάντα) γιατί κουράστηκαν να προσπαθούν.

Γιατί το να αγαπάς κάποιον  δεν είναι αυλαία που πέφτει, αλλά κάθε μέρα πρεμιέρα. Και λάθη θα γίνουν και εγωισμοί θα βγουν στη φόρα και θα κάνεις υποχωρήσεις. Θα στηρίξεις και θα σε στηρίξει, θα χάσεις τα λόγια σου, τα βήματά σου.

Όμως το θέμα είναι τι θα βρίσκεις κάθε φορά που θα κοιτάς πίσω. Κάποιον που θα περιμένει για ακόμη πρόβα ή αυτόν που θα τα ζει όλα σε επανάληψη γιατί δε γουστάρει να διορθώσει τίποτα άλλο.

Να φεύγετε (όχι για να προλάβετε μη σας φύγουν) όταν δεν σας δίνουν λόγο να μείνετε. Να φεύγετε όχι για να μη δείτε το τέλος, αλλά γιατί να μη ζείτε την επανάληψη. Αυτά που δεν αλλάζουν με κανένα θαύμα, αυτά που ούτε η αγάπη δεν μπορεί να τα αλλάξει.

Και ίσως μόνο τότε καταλήξουμε πως καμιά φορά το “θέλω να τον χωρίσω δεν έχει αλλά αλλά  έχει γιατί τον αγαπάω*