Αυτό το κείμενο θα μπορούσε να είναι μια ωδή στις στιγμές που διστάζεις. Η ωμή αλήθεια πίσω από ΟΛΑ τα “γιατί όχι σε μένα” τα ” τι μου λείπει εμένα” κι άλλες πανομοιότυπες ρητορικές ερωτήσεις.
Η μάλλον όχι ρητορικές. Γιατί σε όλα τα παραπάνω η απάντηση είναι ήταν και θα είναι πάντα μία. Πάντα η ίδια. Δε σου λείπει τίποτα παρά μόνο λίγο θάρρος ή και λίγο θράσος. Γιατί για να συμβεί και σε σένα πρέπει να τολμήσεις και φυσικά να το πιστέψεις.
Όπως έλεγε και η φίλη μου η Μίχα στην καθιερωμένη κυριακάτικη βόλτα πριν τον εγκλεισμό, οι γυναίκες χωριζόμαστε σε δύο βασικές κατηγορίες: 1) Στις όμορφες που φοβούνται και τη σκιά τους 2)στις μέτριες που τολμούν και ζούνε περισσότερα.
Αν με ρωτάς όμορφη/μέτρια ή έστω απλά οράσιμη θα ήθελα να είμαι μ’ αυτές που τολμούν. Και ας ζω όσα προορίζονται για μένα. Να έχω έστω την επιλογή να φωνάζω δυνατά τα θέλω μου χωρίς να περιμένω, να αναλύω και κυρίως να φοβάμαι!
Η Μίχα είναι όμορφη αρκετά. Αν τη ρωτήσεις τι ξεχωρίζει πάνω της θα σου πει ότι απλά δεν κολλάει πουθενά. Θα πει αυτό που θέλει δυνατά τη στιγμή ακριβώς που της συμβαίνει. Είτε πρόκειται για χωνάκι παγωτό, είτε για τον κούκλο στο απέναντι παγκάκι.
Και τις ζει τις συνέπειες. Δε σου λέει κανείς πως όταν λες δυνατά ότι θες πως θα το πάρεις οπωσδήποτε. Αλλά σίγουρα μετράς λιγότερους εξαγνισμούς και περισσότερα αμοιβαία σκηνικά. Ξέρεις από εκείνα που δεν χάνονται/θάβονται γιατί δεν τόλμησε κανείς.
Προχτές λοιπόν την Κυριακή υπήρξε ένα δυνατό story telling.
Μια διήγηση από εκείνες τις αδιέξοδες που κορίτσι γνωρίζει αγόρι. Μιλάνε, περνάνε ωραία και μετά αρχίζουν οι αμφιβολίες. “Τι θέλει” ή “Μήπως με θέλει για φίλη” ή ” Μήπως είμαι το φιλαράκι της καραντίνας”
Το επιτελείο των φίλων σε ακούει χωρίς να σε διακόψει να λες και να ξαναλές πως έχεις κουραστεί. Πως δεν ξέρεις που θα βγάλει όλο αυτό. Αλλά δεν τολμάς να το παραδεχτείς ούτε κι εσύ σε σένα. Τι άλλο δηλαδή πέρα από την αλήθεια ότι φοβάσαι την απάντηση. Το όχι, το ίσως και προτιμάς να περιμένεις να δεις που θα πάει από μόνο του.
Την ίδια στιγμή μας κόβει τη διήγηση ένα γνωστό ζευγάρι από εκείνα που φαινομενικά μοιάζουν αταίριαστα. Αλλά καταλήγουν προς έκπληξη όλων πολύ αγαπημένα. Περισσότερο κι από τα φαινομενικά ταιριαστά που τρώγονται ή χωρίζουν με απιστίες και ζήλειες.
Κοιτάς την Λία και τον Κώστα που τους χωρίζουν και καμιά 10αριά χρόνια και μερικά χλμ. Αλλά μετά ξεχνάς τους αριθμούς και σκέφτεσαι τη Λία που τόλμησε και τον Κώστα που δεν φοβήθηκε. Και ότι είναι Κυριακή του 2021 και εσύ δεν έχεις στείλει κανένα μήνυμα της προκοπής.
Μήνυμα από αυτά που καίνε μυαλά, παθαίνεις 10 κρακ μέχρι να τα στείλεις. Και μόλις πατήσεις send νιώθεις σα να έχασες 20 κιλά. Όμως μετά το send το βάρος μετατοπίζεται από τον αποστολέα στον παραλήπτη. Άλλωστε το βάρος (το όποιο συναισθηματικό βάρος) ανήκει σε εκείνον που μας το προκαλεί.