Skip to main content

Αλήθεια, γιατί οι χωρισμοί πονούν τόσο πολύ, ακόμα κι όταν μια σχέση δεν είναι ικανοποιητική και δεν κάνει ευτυχισμένους τους δύο συντρόφους;

Όπως γνωρίζουμε, η απόφαση του χωρισμού είναι δύσκολη, γιατί ο χωρισμός είναι μια απώλεια, όπου το άτομο χάνει τα δεδομένα του, κλονίζεται η ισορροπία και η αίσθηση ασφάλειας μέσα του και συχνά, ακόμα και αν δεν τα πάει καλά με το σύντροφό του, νιώθει αδυναμία να τον εγκαταλείψει ή δεν μπορεί να φανταστεί τη ζωή του χωρίς αυτόν.

Ποιος θα είσαι, αν δεν είσαι αυτός που ήσουν τόσο καιρό;

Αυτό το βήμα, είναι πραγματικά μεγάλο. Είναι μια σημαντική απόφαση, που θα φέρει πολλές αλλαγές σε ρεαλιστικό και συναισθηματικό επίπεδο. Πρόκειται για μια απόφαση αποδόμησης και επαναδόμησης του εαυτού και της καθημερινότητας και μαζί με τα πρακτικά ζητήματα φέρει έντονα συναισθήματα και ένα πλήθος νέων καταστάσεων στις οποίες καλείται το άτομο να ανταποκριθεί.

Μια σχέση ξεκινά με πολύ ενθουσιασμό και αισιοδοξία, οπότε όταν αυτή αποτύχει, το κάθε μέλος της βιώνει απογοήτευση, ματαίωση και θλίψη. Αισθάνεται θυμό, κούραση, αμφιθυμία και αγωνία για το μέλλον. Τρομάζει στην ιδέα ότι θα νιώθει έτσι για πάντα και πιστεύει ότι δε θα το ξεπεράσει ποτέ. Για ένα διάστημα είναι πιθανό να «υπολειτουργεί», για παράδειγμα να είναι λιγότερο παραγωγικό στη δουλειά ή να προσέχει λιγότερο τους άλλους και να επικεντρωθεί στον εαυτό του.

Η πορεία του χωρισμού

Ο χωρισμός συνήθως συνοδεύεται από το κλείσιμο στον εαυτό και την απομόνωση. Σταδιακά, αρχίζει το άνοιγμα προς τον έξω κόσμο, το οποίο επιτρέπει στο άτομο να δημιουργήσει ξανά σχέσεις εμπιστοσύνης, να επιστρέψει στην ασφάλεια των ήδη υπαρχόντων σχέσεων και να στηριχτεί σε αυτές για να ανακουφιστεί από τον πόνο των πληγών του και να πατήσει στα πόδια του. Σε αυτή τη διαδικασία, πολλές φορές, το άτομο προς έκπληξή του ανακαλύπτει ότι δεν είναι μόνο του και ότι οι εμπειρίες των γύρω του μοιάζουν με τη δική του.

Στην τελική φάση του χωρισμού και στον πρώτο καιρό μετά, που μπορεί να διαρκέσει μήνες ή και χρόνια μερικές φορές, τα «καλά» συναισθήματα που υπήρχαν για τον πρώην σύντροφο μετατρέπονται σε «κακά». Η αγάπη γίνεται αντιπάθεια, περιφρόνηση ή μίσος, η εμπιστοσύνη καχυποψία, η οικειότητα αποξένωση, η έγνοια για τον άλλον εκδικητικότητα και μνησικακία. Και ακόμη κι αν εξακολουθούν να υπάρχουν υπολείμματα από «καλά» συναισθήματα και νοσταλγία για τις ωραίες στιγμές της σχέσης, υπερκαλύπτονται συνήθως στην αρχή από την πικρία για την αποτυχία της και την παιδική εμμονή να υπάρχει κάποιος άλλος που να φταίει γι’ αυτό.

Τον πρώτο καιρό μετά το χωρισμό, όλα τα συναισθήματα είναι φυσιολογικά και αναμενόμενα, αναγκαίο αποτέλεσμα της βαθιάς απογοήτευσης που φέρνει ο χωρισμός. Όταν, όμως, καιρό μετά το χωρισμό, τα εχθρικά συναισθήματα συνεχίζουν να είναι έντονα, αυτό μπορεί να είναι ένας τρόπος να «καθυστερήσει» ο οριστικός εσωτερικός χωρισμός.

Επιλέγοντας πορεία μετά τον χωρισμό 

Η συμβίωση με έναν άνθρωπο όσο πιο μακροχρόνια είναι, τόσο περισσότερο ριζώνει στην καθημερινότητα, με αποτέλεσμα μετά το τέλος της σχέσης, η απουσία του συντρόφου να δημιουργεί πολλά κενά σε αυτή την καθημερινότητα. Πρόκειται λοιπόν για μια καθημερινότητα που έχει χάσει τα οικεία χαρακτηριστικά της. Συνεπώς, μία από τις δύσκολες πτυχές της κατάστασης, είναι ο φόβος που προκαλεί αυτό το άγνωστο. Καλό είναι το άτομο να είναι προετοιμασμένο για αυτόν τον φόβο ώστε να τον αντιληφθεί γρήγορα και να τον ξεπεράσει ή αντιμετωπίσει, δίνοντας έμφαση στην θετική πλευρά του αγνώστου: στον ενθουσιασμό δηλαδή ή έστω στο ενδιαφέρον για τα καινούργια μονοπάτια που ανοίγονται μπροστά του.

Η πορεία ενός διαζυγίου σίγουρα δεν μπορεί να ακολουθήσει συγκεκριμένες και δεδομένες οδηγίες, αφού η κάθε ιστορία πρέπει να εξετάζεται μέσα στην μοναδικότητα της. Τις περισσότερες φορές, στην πορεία αυτή υπάρχουν εμπόδια, απρόσμενες εκπλήξεις ή και αναποδιές. Όμως, έχει φανεί βοηθητική μια σχετική «χαρτογράφηση» για τα βήματα που ο καθένας από τους δύο συζύγους χρειάζεται να κάνει.

Μικρά και σταθερά βήματα

Οι αλλαγές που επιφέρει ένα διαζύγιο και οι απαιτήσεις που αυτές έχουν  χρειάζονται ειδικούς και λεπτούς χειρισμούς, ώστε να φέρουν λειτουργικά αποτελέσματα. Θεωρώντας ως δεδομένο ότι ο τελικός στόχος ενός χωρισμού δεν είναι η τελική διευθέτηση του γάμου σε νομικό επίπεδο, αλλά όλες αυτές οι μικρές και μεγάλες αλλαγές που επηρεάζουν όλες τις διαστάσεις της καθημερινότητας ενός ζευγαριού, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η μονοδιάστατη προσέγγιση προς μία και μόνο «αποστολή» μπορεί να επιβαρύνει περαιτέρω την έτσι και αλλιώς συναισθηματικά δύσκολη διαδικασία. Έχει φανεί περισσότερο βοηθητικό και λειτουργικό όταν οι στόχοι που τίθενται είναι πολλοί και διαφορετικοί, η επίτευξη των οποίων απαιτούν μικρά, σταθερά και προσεκτικά βήματα.

Αν για παράδειγμα  ο στόχος είναι η ανακοίνωση του διαζυγίου στα παιδιά, οι γονείς πρέπει να καταλήξουν σε μια εξήγηση που θα είναι κατάλληλη για την ηλικία των παιδιών, να συμφωνήσουν σε ένα προσωρινό, αλλά λογικό πρόγραμμα για την

επαφή των παιδιών με τον κάθε γονέα ώστε να ενημερώσουν και τα παιδιά για αυτό, καθώς και το που θα μένει ο γονέας που θα φύγει από το σπίτι ώστε να μπορεί να παίρνει τα παιδιά. Το καθένα από τα βήματα αυτά πρέπει να διακριθούν σε ακόμα μικρότερες ‘εργασίες’ και να προετοιμαστούν κατάλληλα.

Αυτό που σίγουρα πρέπει να αποφευχθεί είναι η γρήγορη επίλυση όλων των

προκλήσεων που φέρνει ένας χωρισμός και μπορεί να αφορούν νομικές διαδικασίες, συναισθηματικές αντιδράσεις παιδιών και ενηλίκων, οικονομικές εκκρεμότητες, καθώς και κοινωνικές αλλαγές.

Αφενός είναι αδύνατο σύντομα να επιλυθούν όλα αυτά, και αφετέρου έχει αποδειχθεί πρακτικά ότι για να επιτευχθεί μια αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων των προαναφερθέντων ζητημάτων απαιτείται μια σωστή εστίαση στα όποια ζητήματα μπορεί να προκύψουν, με παράλληλα μικρά και σταθερά βήματα προς την κατεύθυνση της προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα.